Σε συμφωνία για τη μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης, του Συμφώνου Σταθερότητας, κατέληξαν το Σαββάτο (10/2), οι διαπραγματευτές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωκοινοβουλίου.
Ο κύριος στόχος της μεταρρύθμισης είναι να διασφαλίσει υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά, προάγοντας παράλληλα τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη σε όλα τα κράτη μέλη μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.
Ύστερα από εβδομάδες συνεχών διαβουλεύσεων οι εκπρόσωποι των κρατών μελών και εκείνοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συμφώνησαν στον προσδιορισμό ετήσιων στόχων μείωσης του δημόσιου χρέους και περιορισμού των δημόσιων δαπανών, κατ’ απαίτηση της Γερμανίας. Ο συμβιβασμός δίνει στα υπουργεία Οικονομικών των 27 κρατών μελών περισσότερο δημοσιονομικό χώρο για δημόσιες επενδύσεις επιτρέποντας στις χώρες να μειώνουν το υπερβολικό τους χρέος σε πιο αργούς ρυθμούς και σε μια περίοδο που θα κυμαίνεται από τέσσερα έως επτά χρόνια.
Δεδομένων των στενών χρονικών περιθωρίων, το ΕΚ και τα κράτη-μέλη κατέληξαν σε συμφωνία μετά από 16 ώρες διαπραγματεύσεων. Το κείμενο της συμφωνίας θα πρέπει να ψηφιστεί στην Ολομέλεια του ΕΚ στο Στρασβούργο πριν τη λήξη της νομοθετικής περιόδου τον Απρίλη του 2024.
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τους νέους κανόνες φέτος για τους προϋπολογισμούς τους για το 2025.
«Οι νέοι κανόνες θα διασφαλίσουν ισορροπημένα και βιώσιμα δημόσια οικονομικά, θα ενισχύσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε ολόκληρη την ΕΕ. Χαίρομαι που βρήκαμε μια ισορροπημένη συμφωνία που θα επιτρέψει τώρα την ταχεία εφαρμογή», αναφέρει η βελγική προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ.
Κύρια στοιχεία της προσωρινής συμφωνίας:
Το Συμβούλιο (κράτη-μέλη) και το Κοινοβούλιο συμφώνησαν να διατηρήσουν τον γενικό στόχο της μεταρρύθμισης για μείωση των δεικτών χρέους και των ελλειμμάτων με σταδιακό, ρεαλιστικό, διατηρήσιμο και φιλικό προς την ανάπτυξη τρόπο, προστατεύοντας παράλληλα τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς, όπως η ψηφιακή και η πράσινη μετάβαση, οι αμυντικές επενδύσεις και η ενίσχυση της κοινωνικής και οικονομικής ανθεκτικότητας.
Η συμφωνία διατηρεί την υποχρέωση των κρατών μελών να υποβάλλουν εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά διαρθρωτικά σχέδια (τετραετή σχέδια προσαρμογής, με δυνατότητα επέκτασής τους σε επτά έτη, με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις).
Η Επιτροπή θα προβλέπει μια καθορισμένη δημοσιονομική τροχιά («τροχιά αναφοράς») για κάθε χώρα ξεχωριστά, λαμβάνοντας υπόψη τη βιωσιμότητα του χρέους, π.χ. για τα κράτη μέλη όπου το δημόσιο χρέος υπερβαίνει το 60% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) ή όπου το δημόσιο έλλειμμα υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ. Η τροχιά αναφοράς δείχνει πώς τα κράτη μέλη μπορούν να διασφαλίσουν ότι μέχρι το τέλος μιας περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής, το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε εύλογη πτωτική τροχιά ή παραμένει σε συνετά επίπεδα μεσοπρόθεσμα. Η προσωρινή συμφωνία προβλέπει έναν προαιρετικό διάλογο μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής εκ των προτέρων.
Βάσει της συμφωνίας, προβλέπονται δύο διασφαλίσεις με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται τα κράτη-μέλη: τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους για τη μείωση των επιπέδων του χρέους και τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας του ελλείμματος για την παροχή περιθωρίου ασφαλείας κάτω από το όριο ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ, προκειμένου να δημιουργηθούν δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας.
Με βάση την τροχιά αναφοράς, τα κράτη μέλη θα ενσωματώνουν την πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής στα εθνικά τους μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά διαρθρωτικά σχέδια. Τα εθνικά σχέδια δημοσιονομικής προσαρμογής, συμπεριλαμβανομένων των καθαρών πορειών δαπανών, πρέπει να εγκριθούν από το Συμβούλιο. Η συμφωνία προβλέπει ότι ένας λογαριασμός ελέγχου θα καταγράφει αποκλίσεις από τις διαδρομές καθαρών δαπανών για κάθε χώρα.
Οι νέοι κανόνες θα ενθαρρύνουν περαιτέρω τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις δημόσιες επενδύσεις για τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη. Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν παράταση της τετραετούς περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής σε επτά έτη κατ ‘ ανώτατο όριο, εάν πραγματοποιήσουν ορισμένες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που βελτιώνουν την ανθεκτικότητα και το αναπτυξιακό δυναμικό και στηρίζουν τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και ανταποκρίνονται στις κοινές προτεραιότητες της Ε.Ε. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα περιλαμβάνουν την επίτευξη δίκαιης, πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, τη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας, την ενίσχυση της κοινωνικής και οικονομικής ανθεκτικότητας και, όπου είναι απαραίτητο, τη δημιουργία αμυντικών δυνατοτήτων.
Το τελευταίο αφορά και την χώρα μας, όπως και τη Γαλλία που ζητούσε να περιληφθεί στη συμφωνία. Πάντως, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες αναμένεται να εφαρμοστούν από το 2025.